Το ΠΡΩΤΟ σου χρέος εχτελώντας τη θητεία σου στη ράτσα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους. Το ΔΕΥΤΕΡΟ, να φωτίσεις την ορμή και να συνεχίσεις το έργο τους. Το ΤΡΙΤΟ σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο σου τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει. Νίκος Καζαντζάκης «ΑΣΚΗΤΙΚΗ».

ΑΛΛΑΞΤΕ ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΦΘΑΡΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΥΕΤΗ ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΕΧΟΥΝ ΜΕ ΔΙΑΦΟΡΟΥΣ ΤΡΟΠΟΥΣ ΠΛΟΥΤΙΣΕΙ ΑΠΟ ΑΥΤΗΝ ΕΙΤΕ ΑΥΤΟΙ ΛΕΓΟΝΤΑΙ ΝΟΜΑΡΧΕΣ ΑΝΤΙΝΟΜΑΡΧΕΣ ΔΗΜΑΡΧΟΙ Η ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ ΑΛΛΟ.
ΤΕΡΜΑ ΣΤΑ ΤΕΡΠΙΤΙΑ ΑΥΤΩΝ ΠΟΥ ΤΟ ΠΑΙΖΟΥΝ ΑΝΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΤΟΙ ΚΑΙ ΑΛΑΖΟΝΙΚΟΙ ΚΕΝΟΔΟΞΟΙ ΚΑΙΣΑΡΙΣΚΟΙ ΚΑΙ ΥΠΟΣΧΟΝΤΑΙ ΠΡΟΟΔΟ ΕΝΩ ΤΟΣΕΣ ΤΕΤΡΑΕΤΙΕΣ ΕΦΕΡΑΝ ΚΥΡΙΩΣ ΤΗΝ ΠΡΟΟΔΟ ΜΟΝΟ ΣΤΗΝ ΤΣΕΠΗ ΤΟΥΣ.

Σάββατο 30 Ιουλίου 2016


Γράφει η Σοφία Βούλτεψη

Όχι αυτή τη φορά δεν ήταν σκέτη προπαγάνδα. Αν και για άλλη μια φορά θέλησε να χαϊδέψει τα αυτιά του λαού, παριστάνοντας πως πρόθεσή του είναι να του μεταβιβάσει περισσότερες εξουσίες, κατά την ομιλία του στο προαύλιο της Βουλής ο κ. Τσίπρας εξήγγειλε κάτι το εξαιρετικά σοβαρό και επικίνδυνο: Το τέλος του κοινοβουλευτισμού! Σάλπισε το τέλος της κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας μας.
Και το έπραξε την επομένη ακριβώς της επετείου των 42 χρόνων από την επιστροφή του κοινοβουλευτισμού στην πατρίδα μας.
Δεν επέλεξε ο κ. Τσίπρας τυχαία το προαύλιο της Βουλής για να εκφωνήσει την ομιλία του με τις προτάσεις του για το Σύνταγμα. Δεν επέλεξε τυχαία να μεταφέρει εκτός Βουλής και σχηματικά (όσον αφορά στην τοποθέτηση των καθισμάτων) την αίθουσα της Ολομέλειας.
Με δεδομένο ότι αν ήθελε μπορούσε την ίδια ομιλία (αλλά με την συμμετοχή όλων των κομμάτων και όχι δια καισαρικού μονολόγου-διαγγέλματος) να την εκφωνήσει από το βήμα της Ολομέλειας, προκαλώντας μια επί τούτου συζήτηση, ο κ. Τσίπρας
απέδειξε ότι βρίσκεται συνεχώς με το ένα πόδι εκτός κοινοβουλίου.
«Θέλουμε μια διαδικασία που θα εμπλέκει, θα οργανώνει, θα κινητοποιεί τους πολίτες. Μια διαδικασία ενεργού συμμετοχής των πολιτών και όχι μια διαδικασία περιορισμένη, στους τέσσερις τοίχους της Ολομέλειας της Βουλής», είπε.
Είναι ολοφάνερο ότι τα παπούτσια του κοινοβουλευτισμού του πέφτουν στενά – για «στενά πλαίσια του Κοινοβουλίου», μίλησε άλλωστε.Προτιμά, όπως όλοι οι αρχηγοί αυταρχικών καθεστώτων,  να εγκαταλείπει το κοινοβούλιο, όπου η κριτική είναι σκληρή, με στοιχεία και επιχειρήματα.
Και να πηγαίνει εκεί που αισθάνεται πιο ασφαλής, στις «λαϊκές συνελεύσεις», όπου φυσικό είναι να συμμετέχουν μόνο οι οπαδοί του και να απέχουν οι «αντιφρονούντες».
Διότι, σύμφωνα με τον Στάλιν «καθοδηγητής του κράτους, της δικτατορίας του προλεταριάτου, είναι ένα κόμμα, το κόμμα του προλεταριάτου, το κόμμα των κομμουνιστών, που δεν μοιράζεται και δεν μπορεί να μοιράζεται την καθοδήγηση με τα άλλα κόμματα».
Αλήθεια, ποιος μη φανατικός οπαδός των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ θα πήγαινε σε μια τέτοια μάζωξη για να συζητήσει τα περί συνταγματικών αλλαγών, με βάση τις προτάσεις μιας εξουσίας που του επιβάλλει σκληρή φορολογία και φτωχοποίηση;
Επομένως, ο κ. Τσίπρας φεύγει από το κοινοβούλιο, όπου υπάρχει ο αντίλογος, και πάει εκεί που θα βρει μόνο όσους συμφωνούν μαζί του. Δηλαδή μια μικρή μειοψηφία! Με αυτήν θα συγκροτήσει τις «Συνελεύσεις» που εξαγγέλλει, που δεν είναι άλλες από τα δικά του «Σοβιέτ», τη δική του «δικτατορία του προλεταριάτου».
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι αναφέρεται συνεχώς  στο «παλιό» με το οποίου «πρέπει να τελειώσουμε» και με το οποίο πρέπει να συγκρουστεί, διότι, όπως είπε, «είναι αναπόφευκτο να υπάρχουν και συγκρούσεις. Το παλιό δεν θα δώσει με συναίνεση χώρο στο καινούργιο. Δεν θα τις φοβηθούμε τις συγκρούσεις. Αρκεί να γνωρίζουμε πάντα ότι έχουν τη νομιμοποίηση της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού μας».
Κηρύσσει δηλαδή την έναρξη ενός νέου διχασμού, καθώς ό,τι δεν του αρέσει και δεν υποκύπτει στις ορέξεις του ιδίου και της ομάδας του θα βαφτίζεται «παλιό» και θα καλούνται οι οπαδοί του να πολεμήσουν εναντίον του.
Όσο για τη «μεγάλη πλειοψηφία» αυτή εύκολα επιτυγχάνεται στις πλατείες: Μαζεύονται οι οπαδοί (οι αντιφρονούντες μένουν φυσικά στα σπίτια τους) και… συμφωνούν με τον ηγέτη που τους μιλά από το μπαλκόνι.
Όλοι θυμούνται τον Φιντέλ Κάστρο να φωνάζει στο πλήθος των οπαδών του: «Θέλετε εκλογές;». «Όχι» ακουγόταν από κάτω. Η «μεγάλη πλειοψηφία» είχε μιλήσει…
Το «παλιό» είχε δώσει τη θέση του στο «καινούργιο»!
Κατά τους Μαρξ και Ένγκελς, όταν η εργατική τάξη έλθει στην εξουσία, δεν θα μπορέσει να κυβερνήσει την παλιά κρατική μηχανή, την οποία θα πρέπει να «τσακίσει» και να την αντικαταστήσει με τη δική της.
Κάτι που επίσης είχε επιδιώξει και πετύχει το σοβιετικό καθεστώς, ήταν η κατάργηση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών.
Αυτό φαίνεται να επιδιώκει τώρα και ο κ. Τσίπρας. Το μισοείπε, άλλωστε:«Στόχος μας εδώ είναι να εξασφαλίσουμε την απαιτούμενη ισορροπία μεταξύ της αρχής της διάκρισης των εξουσιών, της ταχύτητας στην απονομή της δικαιοσύνης, της ασφάλειας δικαίου αλλά και του σεβασμού των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων». Όλα ένας αχταρμάς!
Με το πρόσχημα πάντα της συμμετοχής του λαού! Διότι τα σοβιέτ είχαν περιβληθεί τον μανδύα της κρατικής εξουσίας.
Είναι βέβαια, γνωστό πως όσο πιο συχνά επικαλείται κάποιος τη βούληση του λαού, τόσο πιο πολύ στο μυαλό του έχει να την χειραγωγήσει και να την ελέγξει.
Και όσο πιο συχνά προσφεύγει στη λαϊκή ετυμηγορία – καταργώντας το κοινοβούλιο και το αντιπροσωπευτικό σύστημα – με διάφορα δημοψηφίσματα (για τα οποία δεν μας είπε αν θα είναι συμβουλευτικού ή αποφασιστικού χαρακτήρα, το άφησε φλου), τόσο περισσότερο βέβαιο είναι πως στο νου του έχει να χειραγωγήσει το αποτέλεσμα.
Άλλωστε, επιμελώς απέφυγε να μας πει ποια θα είναι η εμπλοκή της εκτελεστικής εξουσίας σε ένα δημοψήφισμα.
Διότι γνήσιο δημοψήφισμα είναι αυτό στο οποίο δεν εμπλέκεται η εκτελεστική εξουσία. Όταν εμπλέκεται είναι «προσωπικό», καθώς η απάντηση κατευθύνεται με βάση αυτό που επιδιώκει αυτός που το προκαλεί. Γι’ αυτό και τα προσωπικά δημοψηφίσματα τα κερδίζει πάντα αυτός που τα προκαλεί.
Δεν μας εξήγησε επίσης σε τι συνίστανται αυτά τα «εθνικά θέματα» για τα οποία θα μπορεί, όπως προτείνει, να διενεργείται ένα δημοψήφισμα. Θα ερωτάται – και, βέβαια, θα κατευθύνεται - ο λαός αν πρέπει να κηρυχθεί πόλεμος ή αν πρέπει να αλλάξει μια θέση για ένα μείζον εθνικό ζήτημα; Αν κάτι τέτοιο έχει στο μυαλό του ο κ. Τσίπρας, τότε πηγαίνουμε σε άλλες καταστάσεις. Και αφαίρεση σοβαρής αρμοδιότητας από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον οποίο τάχα θέλει να ενισχύσει.
Και επιτέλους, είναι δυνατόν τα εθνικά θέματα, που καθορίζονται από εθνικά δόγματα, να γίνονται αντικείμενο εσωτερικής διαμάχης και διχασμού του λαού;
Και μόνο αυτό αποτελεί περίτρανη απόδειξη ότι ο κ. Τσίπρας θέλει να κρατά τον λαό μόνιμα διχασμένο, πιστεύοντας, όπως όλοι οι όμοιοί του στην Ιστορία και στη σύγχρονη εποχή, ότι έτσι θα επιβάλλεται ευκολότερα το «διαίρει και βασίλευε».
Και τι σημαίνει η πρότασή του για «υποχρέωση κύρωσης με δημοψήφισμα οποιασδήποτε συνθήκης μεταβιβάζει κυριαρχικές αρμοδιότητες του κράτους»;
Δεν θα υπάρχει κυβέρνηση, δεν θα υπάρχει κοινοβούλιο, δεν θα υπάρχει Πρόεδρος της Δημοκρατίας, δεν θα υπάρχουν όλοι εκείνοι οι δημοκρατικοί θεσμοί που θα εγγυώνται την κρατική κυριαρχία;
Ή μήπως η πρόταση μπαίνει εκ του πονηρού, ώστε με τα γνωστά καισαρικά και προσωπικά δημοψηφίσματα να αποφασίζεται τελικά η μεταβίβαση κυριαρχικών αρμοδιοτήτων του Κράτους;
Και ποιες κάθε φορά θα ορίζονται ως «κυριαρχικές αρμοδιότητες του Κράτους»; Αυτές που αντικειμενικά αντιλαμβάνονται όλοι ή αυτές που κάθε φορά θα ορίζει ως τέτοιες ο «καίσαρας»;
Απέχθεια για τη Δημοκρατία
Δεν είναι, λοιπόν, απλά τα πράγματα. Βέβαια, το φόντο με τις συνθηματικές φράσεις «Νέο Σύνταγμα», «Νέα Μεταπολίτευση», «Νέα Ελλάδα», ανάμεσα σε κίονες και πίσω από τον κ. Τσίπρα, έχουν προπαγανδιστική αποστολή.
Κατά βάθος, όμως, συνδέονται με το περιεχόμενο των εξαγγελιών και παραπέμπουν σε αλλαγή πολιτεύματος, αλλά και σε έλεγχο του κοινοβουλίου.
Και πώς θα το επιτύχει αυτό;
Κατ’ αρχήν με την συνταγματοποίηση της απλής αναλογικής. Σκοπός του είναι ένα κατακερματισμένο πολιτικό σκηνικό, που θα οδηγήσει τη χώρα στην απόλυτη ακυβερνησία, ώστε ευκολότερα να επιβάλλονται άνωθεν αποφάσεις. Και επειδή δήθεν τον πήρε ο πόνος για τη βέβαιη ακυβερνησία, βρήκε και το… «αντίβαρο» με… βαφτίσια, βεβαίως: «Εποικοδομητική ψήφος δυσπιστίας». Δηλαδή, όπως είπε, η πρόταση δυσπιστίας εναντίον της κυβέρνησης, να συνοδεύεται και από πρόταση, βιώσιμη, για νέα κυβέρνηση και για νέο Πρωθυπουργό. Πράγμα που εξυπηρετεί τον σκοπό της κυβερνητικής σταθερότητας».
Επομένως, ο κ. Τσίπρας θέλει να καταργήσει και την Αρχή της Δεδηλωμένης, αφού θα βάζει περιορισμούς στον τρόπο που θα εκφράζονται και θα ψηφίζουν οι βουλευτές.
Κατά δεύτερον, με την κατάργηση της διάκρισης των εξουσιών, καθώς θα αναπτύσσονται μια σειρά από εξωθεσμικές λειτουργίες, αλλά και εμπλοκή της μιας εξουσίας στο έργο της άλλης.
Τρίτον, με ξεδόντιασμα του κοινοβουλίου. Η πρότασή του για περιορισμό  της βουλευτικής θητείας σε δύο συνεχόμενες κοινοβουλευτικές περιόδους ή για οκτώ συνεχόμενα χρόνια. Με τον τρόπο αυτό θα υπάρχει ένα απόλυτα ελεγχόμενο κοινοβούλιο, καθώς όλοι γνωρίζουμε πως η πείρα είναι αυτό που μετράει. Σκοπός του κ. Τσίπρα, όμως, είναι μόλις κάποιος αρχίσει να καταλαβαίνει τι γίνεται και ετοιμάζεται να σηκώσει κεφάλι, να του το κόβει! Η ανανέωση είναι νόμος της φύσης και ήδη, κάθε φορά που γίνονται εκλογές, το κοινοβούλιο ανανεώνεται σε ποσοστά της τάξης του 60%. Η υποχρεωτικότητα, όμως, βγάζει το δίχως άλλο από τη μέση τους πάντες – άρα και τους «ενοχλητικούς» - το κοινοβούλιο μετατρέπεται σε παιχνίδι με μουσικές καρέκλες και ελέγχεται απόλυτα και με μεγαλύτερη ευκολία.
Τέταρτον, με τον τρόπο εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας. Η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας του 2014, προέβλεπε εκλογή από τον λαό, αλλά μετά την ολοκλήρωση των τριών ψηφοφοριών που προβλέπονται σήμερα – στις πρώτες δύο απαιτούνται 200 ψήφοι και στην τρίτη 180. Ο κ. Τσίπρας προτείνει μόνο τις δύο πρώτες ψηφοφορίες και 200 ψήφους και μετά εκλογή από τον λαό. Έτσι, όμως, όπως θα είναι κατακερματισμένο το πολιτικό σκηνικό ελέω απλής αναλογικής, είναι βέβαιο ότι τελικά θα καταλήγουμε στην εκλογή Προέδρου από τον λαό. Επομένως, σκοπός του είναι απολύτως η αλλαγή του πολιτεύματος και ο διακοσμητικός ρόλος του κοινοβουλίου σε μια τόσο κορυφαία διαδικασία.
Βέβαια, όπως είπε, «παράλληλα ανοίγει η συζήτηση για μια λελογισμένη αύξηση των αρμοδιοτήτων» του Προέδρου, «με στόχο να ενισχύσουμε τον ρυθμιστικό, σταθεροποιητικό και εγγυητικό του ρόλο, αλλά και για να εμπλέξουμε, όποτε είναι αναγκαίο, τον ίδιο τον λαό στη διαδικασία εκλογής του, χωρίς όμως να διακόπτεται η θητεία της κυβέρνησης και να διαλύεται η Βουλή» (όπως ο ίδιος ο κ. Τσίπρας με τον κ. Καμμένο και τον κ. Κουβέλη έπραξαν τον Δεκέμβριο του 2014, αλλά τώρα το ξορκίζουν!).
Συγγνώμη, αλλά αν ο Πρόεδρος εκλεγεί τελικά από τη Βουλή, δεν θα έχει «λελογισμένη αύξηση των αρμοδιοτήτων του»; Ή μήπως θα έχουμε προέδρους δύο ταχυτήτων;
Και ο λαός τι θα είναι; Διαιτητής ανάμεσα στα κόμματα που ο ίδιος ψηφίζει και στέλνει στο κοινοβούλιο;
Προφανώς, όχι. Απλά ο κ. Τσίπρας θέλει να φτιάξει ένα δικής του έμπνευσης πολίτευμα, όπου κόμματα, κοινοβούλιο, πρόεδρος και Δικαιοσύνη, θα μπαινοβγαίνουν στη σκηνή σαν μαριονέτες.
Γι’ αυτό και δεν μίλησε καθαρά για Συνταγματικό Δικαστήριο, αλλά για ένα «ειδικό γνωμοδοτικό όργανο, αποτελούμενο αποκλειστικά από δικαστές των Ανώτατων Δικαστηρίων που σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μετά από πρόταση του ΠτΔ ή της Κυβέρνησης ή 120 Βουλευτών θα γνωμοδοτεί επί ψηφισμένου νομοσχεδίου εντός συντομότατης μάλιστα προθεσμίας, βρίσκει το απαιτούμενο σημείο ισορροπίας μεταξύ των αρχών που θέλουμε να υπηρετήσουμε».
Είναι προφανές πως οι «αρχές» που θέλει να υπηρετήσει είναι το μπάχαλο και η ως εκ τούτου χειραγώγηση όλων των θεσμών – μάλλον από κάποια αόρατη εξουσία, για να θυμηθούμε και τον Ανατόλ Φρανς, ο οποίος έλεγε ότι «η Δημοκρατία κυβερνάται από το χέρι ενός αόρατου μηχανικού».
Και πέμπτον, με τον έλεγχο των Ανεξάρτητων Αρχών, που όπως ο κ. Τσίπρας είπε «η τεχνοκρατική ιδεολογία έχει αποθεώσει τη λειτουργία τους και επιθυμεί διακαώς την διαρκή διεύρυνση των αρμοδιοτήτων και των εξουσιών τους».
«Με δεδομένη βέβαια την ολοένα και πιο τεχνική φύση της άσκησης της εξουσίας δεν αμφισβητώ την αναγκαιότητα ύπαρξης Ανεξάρτητων Αρχών. Ανεξαρτησία δεν σημαίνει, όμως, και πλήρης απουσία κοινοβουλευτικού ελέγχου. Και είναι ακριβώς για αυτό το λόγο που οφείλουμε να θέσουμε στο δημόσιο διάλογο το ερώτημα για τους τρόπους ελέγχου των ανεξάρτητων αρχών, αλλά και να είμαστε πολύ προσεκτικοί σε ό,τι αφορά προτάσεις πολλαπλασιασμού τους».
Η αλήθεια είναι βέβαια πως οι Ανεξάρτητες Αρχές υπάγονται σε κοινοβουλευτικό έλεγχο – για την ακρίβεια υπάγονται μόνο σε κοινοβουλευτικό έλεγχο.
Αυτό που θέλει να κάνει ο κ. Τσίπρας, είναι – και το είπε, με αφορμή την αδυναμία συγκρότησης ΕΣΡ, για την οποία ο ίδιος και το κόμμα του φέρουν την αποκλειστική ευθύνη – να τις ελέγξει. Και πρότεινε να συγκροτούνται με μικρότερη πλειοψηφία.
Τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: Όταν απεχθάνεσαι το Κοινοβούλιο και βγαίνεις έξω από αυτό, όταν απεχθάνεσαι θεσμούς και αρχές όπως η διάκριση των εξουσιών, όταν απεχθάνεσαι τις ανεξάρτητες αρχές, όταν απεχθάνεσαι τους βουλευτές και τα κόμματα, που είναι ο πυλώνας της Δημοκρατίας και θέλεις να μειώσεις τη συμμετοχή τους στον διάλογο για το Σύνταγμα, όταν απεχθάνεσαι τους επιστήμονες και τους αποκαλείς περιφρονητικά τεχνοκράτες, τότε είσαι έτοιμος για το επόμενο βήμα: Την πολιτιστική επανάσταση αλά Μάο, τότε που οι «μορφωμένοι» οδηγήθηκαν για εργασία στα χωράφια.
Και όταν, βέβαια, απεχθάνεσαι κάθε σύγχρονη δημοκρατική λειτουργία – και με δεδομένο ότι κάτι πρέπει να αγαπήσεις κι’ εσύ – στρέφεσαι προς τον Λαό. Και τον αγκαλιάζεις τόσο σφιχτά, που τον… πνίγεις μέσα στην αγάπη σου!
Γι’ αυτό και προχθές ο κ. Τσίπρας μίλησε για «πρόβα για τις μεγάλες δημοκρατικές αλλαγές», για «μια επανάσταση της Δημοκρατίας»!
Τι είπε;
«Για πρώτη φορά. Από το Λαό με το Λαό, για το Λαό να ορίσουμε το Νέο μας Σύνταγμα. Για πρώτη φορά»!
Και ξανά, στο τέλος:
«Για πρώτη φορά, ο Λαός να αποφασίσει για το Σύνταγμα. Να πάρει τη Δημοκρατία στα χέρια του. Να πάρει το μέλλον του στα χέρια του. Για πρώτη φορά η Δημοκρατία στην εξουσία»!
Μάλιστα! Δηλαδή… όλη η εξουσία στα Σοβιέτ!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου